• club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
  • club
Η μεγάλη… καρδιά του Κόντη!
11/09/2019 11:38

Ο Γιάννης Κυράστας που τον διάλεξε ανάμεσα σε 100 παίκτες, ο δάσκαλος Σάντος, ο αδερφός Γιοβάνοβιτς, η υποτιμητική ατάκα του Μπέου, η κοροϊδία του Φερέρ, η δίκαιη τιμωρία του ΠΑΟΚ, η συγκλονιστική περιγραφή του προβλήματος υγείας, ο θαυμασμός σε Γκουαρδιόλα – Κλοπ, το ΑΠΟΕΛ και η νέα περιπέτεια στα ΗΑΕ. Ο Χρήστος Κόντης σε μία σπάνια εξομολόγηση στο Sport24.gr.

Το ραντεβού είχε προγραμματιστεί ένα πρωινό μέσα στο κατακαλόκαιρο. Αφόρητη ζέστη, αναπάντεχη κίνηση στους δρόμους και άγχος για να είμαστε, μαζί με την Φραντζέσκα, τη φωτογράφο της 24MEDIA, στην ώρα μας. Δεν είχαμε υπολογίσει σωστά το χρόνο της διαδρομής. Πρώτο φάουλ, παρατηρήσεις από τον διαιτητή, αλλά γλιτώνουμε την κίτρινη κάρτα.

Η συνάντηση είχε οριστεί για τις 11:00 στη Γλυφάδα. Φτάσαμε δέκα λεπτά αργότερα. Η δικαιολογία (της κίνησης) ήταν έτοιμη να πέσει στο τραπέζι, σε περίπτωση που χρειαζόταν. Τελικά, δεν χρειάστηκε.

Ο Χρήστος Κόντης μας περίμενε ήδη και είχε παραγγείλει έναν φυσικό χυμό. Μπορεί να έχει σταματήσει εδώ και οχτώ χρόνια το ποδόσφαιρο, αλλά συνεχίζει να προσέχει τη διατροφή του, όπως μας αποκάλυψε κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Φιλικός, χαμογελαστός, αλλά κι ήσυχος. Όπως, δηλαδή, τον είχαμε συνηθίσει και μέσα στα γήπεδα. Μετά τις καθιερωμένες χειραψίες, καθίσαμε και αρχίσαμε να συζητάμε για τη νέα πρόκληση στην καριέρα του.

Τη Hatta FC των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, στην οποία θα είναι προπονητής την εφετινή σεζόν. Το πρώτο μεγάλο στοίχημα της προπονητικής καριέρας του είναι γεγονός και ο Χρήστος Κόντης, όση ώρα συζητούσαμε, έδειχνε έτοιμος να το κερδίσει. Με αυτοπεποίθηση για τη δουλειά του, πίστη και εμπιστοσύνη στους συνεργάτες του και με ισχυρή θέληση για επιτυχίες, είναι βέβαιο πως τα επόμενα χρόνια θα μας «αναγκάσει» να τον συζητάμε ακόμα πιο έντονα.

Ι. Η καρδιά του ποδοσφαιριστή

Κι η αλήθεια είναι πως, ως μαχητής της ζωής κι όχι μόνο του ποδοσφαίρου, δεν έχει σταματήσει ποτέ να παλεύει για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα. Η ιστορία του, θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει best seller. Νομίζω πως οι στίχοι του Εισβολέα «πέφτω και σηκώνομαι, σκοντάφτω και πέφτω πάλι» αποτυπώνουν το ένα μέρος της ιστορίας. Το άλλο μισό, θέλει τον Κόντη όσες φορές πέφτει, άλλες τόσες να σηκώνεται και να βγαίνει από τις μάχες ακόμα πιο δυνατός. Αλλά τις λεπτομέρειες θα μας τις πει ο ίδιος.

Η ΤΡΕΛΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΟΡ ΚΑΙ Ο ΚΥΡΑΣΤΑΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΔΙΑΛΕΞΕ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ 100 ΠΑΙΚΤΕΣ

«Από μικρή ηλικία είχα μία κλίση προς τον αθλητισμό. Βασικά, είχα τρέλα με οτιδήποτε έχει να κάνει με τον αθλητισμό. Ήμουν ένα παιδί που του έδινες μία μπάλα, ανεξαρτήτως αθλήματος, και έπαιζε όλη την ώρα. Έτρεχα σαν τρελός και έπαιζα κυνηγητό. Ο μικρός Χρήστος ήταν ένα λεπτό παιδάκι που έτρεχε διαρκώς. Το ποδόσφαιρο πάντα μου άρεσε περισσότερο από τα υπόλοιπα αθλήματα, αλλά στο σχολείο που πήγαινα δεν μας άφηναν να παίζουμε ποδόσφαιρο. Μπορούσαμε να παίξουμε όλα τα άλλα αθλήματα, εκτός από ποδόσφαιρο.

Η αλήθεια είναι πως δεν άρχισα μικρός το ποδόσφαιρο σε ακαδημίες. Ήμουν 14-15 ετών. Θυμάμαι, είχα πάει σε ένα πάρτι ενός φίλου μου στην Πολιτεία και δίπλα ακριβώς έκανε προπόνηση η ομάδα της Κηφισιάς. Με είδε ο προπονητής της ομάδας, ο Νίκος Κόκκινος και μου πρότεινε να αρχίσω προπονήσεις. Ουσιαστικά, έτσι ξεκίνησα. Πήγα πρώτα παιδικό, εφηβικό και κατέληξα να παίζω με την πρώτη ομάδα στο Α’ τοπικό και τη Δ’ Εθνική».

Κάποια στιγμή, σε ηλικία 19 χρονών, ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Κυράστας, που ήταν προπονητής στον Εθνικό Πειραιώς, έκανε κάποια δοκιμαστικά για νέους και εξελίξιμους ποδοσφαιριστές.

«Από τους 100 παίκτες που συμμετείχαν, επέλεξε έναν. Εμένα. Ουσιαστικά, εκείνος ήταν που με έβαλε στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Πάντα έπαιζα στόπερ, παρότι μικρός ήμουν καχεκτικός. Ωστόσο, είχα πείσμα και πάθος που υπερκάλυπταν το γεγονός πως δεν ήμουν ιδιαίτερα γυμνασμένος. Δεν ήθελα να χάνω. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για έναν αμυντικό. Αν δεν θέλεις να χάνεις, δεν θέλεις να τρως και γκολ. Επομένως, ήταν η ιδανική θέση για εμένα».

Ο Χρήστος Κόντης (δεξιά) με τη φανέλα του Εθνικού σε αγώνα με τον Ιωνικό

Βέβαια, όταν πήγε στον Εθνικό καθιερώθηκε ως δεξιός μπακ. Κι ο Ολυμπιακός όταν τον αγόρασε από τον Εθνικό, είχε σκοπό να τον χρησιμοποιήσει περισσότερο ως μπακ, παρά ως στόπερ. Ωστόσο, την πρώτη χρονιά που αγωνίστηκε στον Πανιώνιο ως δανεικός από τον Ολυμπιακό, έπαιξε κυρίως αμυντικό χαφ, με μεγάλη, μάλιστα, επιτυχία.

«Ήταν μία θέση που μου άρεσε ιδιαίτερα, καθώς είχα μεγαλύτερη επαφή με την μπάλα. Κι όπως καταλαβαίνεις, όταν είσαι μικρός, θέλεις να έχεις όσο το δυνατόν περισσότερη επαφή με την μπάλα.  Όταν επέστρεψα στον Ολυμπιακό έπαιξα ως αριστερός μπακ. Ήμουν πάντα παίκτης του προπονητή, με συνέπεια πολλές φορές ο κ. Ματζουράκης να με προτιμά γι’ αυτή τη θέση, παρότι η ομάδα διέθετε έναν εξαιρετικό παίκτη, όπως είναι ο Γρηγόρης Γεωργάτος. Μπορεί επιθετικά να μην ήμουν καλός, αλλά αμυντικά δεν θα πρόδιδα ποτέ τον προπονητή μου. Δεν υπήρχε περίπτωση να αντιμετώπιζα πρόβλημα με οποιοδήποτε αντίπαλο.

Διάβαζα σωστά τον αντίπαλο, ήμουν γρήγορος, δυνατός και όλοι οι προπονητές προτιμούσαν να με βάλουν μέσα ακόμα και με μισό πόδι, παρά να επιλέξουν κάποιον άλλο που δεν θα ήταν το ίδιο καλός στα αμυντικά καθήκοντά του. Δεν είχα το τεχνικό κομμάτι, αλλά ήμουν καλός τακτικά. Θεωρώ πως δεν ήμουν τεχνίτης επειδή ποτέ δεν έπαιξα σε ακαδημίες και δεν έμαθα το ποδόσφαιρο με τον παραδοσιακό τρόπο. Όταν είσαι 16-17 ετών, δεν μπορείς να δουλέψεις την τεχνική σου. Γι’ αυτό το λόγο, άλλωστε, τα περισσότερα ελληνόπουλα δεν έχουν καλή τεχνική κατάρτιση. Επειδή δεν έχουμε σωστές ακαδημίες».

«Αν με είχαν καθιερώσει στη θέση του στόπερ από μικρή ηλικία, θα είχα κάνει εντελώς διαφορετική καριέρα»

Ο Κόντης πιστεύει πως η θέση του στόπερ είναι ξεκούραστη. Η ενέργεια που καταναλώνει ένας ποδοσφαιριστής είναι ελάχιστη. Περισσότερη ενέργεια καταναλώνει εγκεφαλικά για να καθοδηγεί τους συμπαίκτες του και να διαβάζει σωστά το παιχνίδι, παρά για να τρέχει.

«Θεωρώ πως αν με είχαν καθιερώσει στη θέση του στόπερ από μικρή ηλικία και δεν με άλλαζαν θέσεις, τότε θα είχα κάνει εντελώς διαφορετική καριέρα. Είχα τα στοιχεία για να κάνω τη διαφορά. Αν έχεις φυσικά προσόντα και γνωρίζεις λίγη μπάλα, τότε μπορείς να γίνεις ένα πολύ καλό στόπερ. Ο κεντρικός αμυντικός χρειάζεται να είναι πάντα συγκεντρωμένος. Κι ένα δευτερόλεπτο να απορροφηθείς, μπορεί να γίνει η ζημιά. Διότι πάντα είσαι δεύτερος στην κίνηση. Ο επιθετικός κάνει την κίνηση κι εσύ τον ακολουθείς.

Είναι δύσκολη θέση όσον αφορά στη συγκέντρωση. Γι’ αυτό το λόγο δεν βλέπεις πολλούς παίκτες να παίζουν ως στόπερ σε νεαρή ηλικία. Για παράδειγμα, ο Ντε Λιχτ είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Είναι φαινόμενο. Δεν είναι εύκολο να σκέφτεσαι ως 30άρης και να είσαι 19 ετών. Στην Ελλάδα, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Σωκράτης (σ.σ. Παπασταθόπουλος). Ήταν εγκεφαλικός παίκτης. Αντίθετα, ο Μανωλάς ξεχώριζε για τα φυσικά προσόντα του και όσο μεγαλώνει βάζει κι άλλα στοιχεία στο παιχνίδι του».

«Μου είπε ο Μπέος πως δεν μπορώ να βρω καλύτερη ομάδα από τον Πανιώνιο και πήγα στην ΑΕΚ»

Ύστερα από τέσσερα χρόνια στον Ολυμπιακό, εκ των οποίων το ένα ως δανεικός στον Πανιώνιο, είχε έρθει η ώρα του αποχωρισμού. Από την ομάδα του Πειραιά έφυγε, αφήνοντας ως παρακαταθήκη δύο πρωταθλήματα (2002, 2003) και 43 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις. Οι «κυανέρυθροι» ήταν και πάλι εκείνοι που θα άνοιγαν την αγκαλιά τους και θα τον υποδέχονταν στη Νέα Σμύρνη.

«Στον Πανιώνιο αγωνίστηκα για δύο σεζόν. Η ομάδα βγήκε στην Ευρώπη κι εγώ αγωνιζόμουν κυρίως ως αμυντικό χαφ. Το καλοκαίρι του 2004, ενώ είχα συμβόλαιο γι’ ακόμα ένα χρόνο, έκανα μία συζήτηση με τον Αχιλλέα Μπέο. Ήθελε να μου κάνει μείωση. Του εξήγησα πως εγώ δεν μένω με λιγότερα χρήματα. Κι εκείνος μου είπε πως δεν μπορώ να βρω καλύτερη ομάδα από τον Πανιώνιο. Το πήρα και λίγο εγωιστικά να σου πω την αλήθεια. Πάντα έβαζα στόχους και ήθελα να αποδείξω πως μπορώ να σταθώ και πάλι στο υψηλό επίπεδο, ύστερα από την αποχώρησή μου από τον Ολυμπιακό».

Σε ντέρμπι ΑΕΚ – Ολυμπιακός τη σεζόν 2004/05

Εκείνη την περίοδο, η ΑΕΚ έμπαινε σε μία νέα εποχή με τον Ντέμη Νικολαΐδη στη διοικητική ηγεσία. Μαζί με τον Ίλια Ίβιτς είχαν το δύσκολο έργο να αναζητήσουν καλούς Έλληνες ποδοσφαιριστές με χαμηλό κόστος, καθώς το μπάτζετ της Ένωσης δεν ήταν και ιδιαίτερα υψηλό εξαιτίας των διακανονισμένων χρεών. Ο Χρήστος Κόντης ήταν μία τέτοια περίπτωση.

«Θεωρώ πως η ΑΕΚ μού έκανε μία πολύ καλή προσέγγιση και όπως αποδείχθηκε το πρότζεκτ ήταν αρκετά ενδιαφέρον. Ήθελα, άλλωστε, να δουλέψω και με τον Φερνάντο Σάντος. Ήταν κι αυτός ένας σημαντικός λόγος να αποδεχθώ την πρόταση. Για εμένα, τα δύο χρόνια με τον Σάντος ήταν πραγματικό μάθημα. Τον εκτίμησα πάρα πολύ ως προπονητή κι ως άνθρωπο, καθώς, παρά τις δυσκολίες που περάσαμε, εκείνη η περίοδος ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο. Πιστεύω πως έδωσα τον καλύτερο μου εαυτό».

«Ο Σάντος άξιζε πιο πολλά απ’ όσα πήρε στην καριέρα του»

Ο Φερνάντο Σάντος δεν πήρε στην Ελλάδα όσους τίτλους του άξιζαν βάσει της εικόνας που παρουσίασε τόσο με την ΑΕΚ όσο και με τον ΠΑΟΚ. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, το ποδόσφαιρο φαίνεται πως του επιστρέφει κάποια από τα “χρωστούμενα”, αφού πέρα από το Euro 2016 που κατέκτησε με την Πορτογαλία, πανηγύρισε και την κατάκτηση του Nations League με την εθνική ομάδα της χώρας του.

«Μίλησα πρόσφατα μαζί του και του έστειλα συγχαρητήρια για την κατάκτηση του Nations League. Έχουμε πολύ καλή σχέση. Μου ευχήθηκε κι εκείνος καλή τύχη στη νέα προσπάθεια που κάνω με την Hatta. Θεωρώ πως άξιζε περισσότερα απ’ όσα πήρε στην καριέρα του. Πολλές φορές παίζουν ρόλο κι οι συγκυρίες. Ωστόσο, να μην ξεχνάμε πως ο επιμένων νικά. Ο άνθρωπος που έχει υπομονή, επιμονή και πιστεύει στον εαυτό και τη δουλειά του, μπορεί να καταφέρει τα πάντα.

Θυμάμαι τον Γκουαρδιόλα, την πρώτη χρονιά στη Σίτι, που είχε πει πως ‘εμείς έχουμε έναν συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού και θα χρειαστούμε λίγο χρόνο για να το περάσουμε και στους παίκτες’. Και τα κατάφερε. Βέβαια, δεν έχουν όλοι οι προπονητές πίστωση χρόνου. Παρ’ όλα αυτά, πραγματικά πιστεύω πως πρέπει να δουλεύεις με βάση το πλάνο σου και να μην παρεκκλίνεις απ’ αυτό. Προσωπικά, αυτό έχω σκοπό να κάνω. Τώρα, αν θα τα καταφέρω είναι άλλη κουβέντα».

«Ο Φερέρ μού είπε ό,τι χειρότερο μπορούσε να μου πει»

Όπως υποστηρίζει, από την ΑΕΚ δεν έφυγε και με τον καλύτερο τρόπο. Ο ερχομός του Λορένθο Σέρα Φερέρ έφερε ανακατατάξεις στο ρόστερ, με τον έμπειρο στόπερ να μην υπολογίζεται για τη σεζόν 2006/07 και να τίθεται εκτός ομάδας.

«Μου είπε ό,τι χειρότερο μπορούσε να μου πει ένας προπονητής. Δικαιολόγησε την απόφαση του λέγοντας μου πως δεν είμαι δυνατός αθλητικά. Δηλαδή, το μόνο κομμάτι που ήμουν πραγματικά πάρα πολύ καλός. Δεν με πείραξε η κουβέντα του, αλλά ήταν ξεκάθαρο πως δεν με ήθελε στην ομάδα. Μου είπε πως δεν κάνω καλά εργομετρικά τεστ κι η πραγματικότητα ήταν πως κάθε χρόνο ήμουν από τους καλύτερους. Ουσιαστικά, ένιωσα να με κοροϊδεύει. Δεν υπήρχε μέλλον στην ΑΕΚ, οπότε αποφάσισα να φύγω».

Τότε, προέκυψε μία πρόταση από την Ομόνοια και, όπως αποκαλύπτει, ήταν πολύ κοντά στο να υπογράψει συμβόλαιο, παρά το γεγονός πως δεν ήταν πολύ ζεστός για τη συγκεκριμένη επιλογή.

«Δεν τρελαινόμουν, αλλά εκείνη την στιγμή δεν είχα καλύτερες προτάσεις στα χέρια μου. Την επόμενη ημέρα θα ταξίδευα στην Κύπρο για να υπογράψω. Όμως, το προηγούμενο βράδυ με πήρε τηλέφωνο ο Μαρίνος Ουζουνίδης και μου είπε πως με θέλει στο ΑΠΟΕΛ. Το σκέφτηκα λίγο, έβαλα κάτω τα πράγματα κι αποφάσισα να αποδεχθώ την πρότασή του. Η αλήθεια είναι πως πέρασα μία εξαιρετική πενταετία στο ΑΠΟΕΛ.

Κάναμε τεράστιες επιτυχίες, ξανάνιωσα ως ποδοσφαιριστής και έλαβα μεγάλη αγάπη από τον κόσμο. Ήταν από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που πήρα στη ζωή μου. Σκεφτόμουν κι εγώ αυτό που λένε οι περισσότεροι για το χαμηλό επίπεδο του κυπριακού ποδοσφαίρου. Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Έχει ωραία γήπεδα, καλούς αγωνιστικούς χώρους, την ώρα που στην Ελλάδα τα περισσότερα ήταν χωράφια. Οι φίλαθλοι και των δύο ομάδων πήγαιναν μαζί στο γήπεδο και γενικότερα υπήρχε μια ωραία ατμόσφαιρα».

Στο ΑΠΟΕΛ συνεργάστηκε για πέντε χρόνια με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Τα τρία ως ποδοσφαιριστής και τα δύο ως μέλος του τεχνικού τιμ. Ο Σέρβος τεχνικός είχε πέρασμα κι από την Ελλάδα, το οποίο δεν ήταν και ιδιαίτερα επιτυχημένο.

«Στην Ελλάδα, ο Γιοβάνοβιτς δούλεψε σε ομάδες όπως ο Ηρακλής και η Νίκη Βόλου που είχαν ως στόχο την παραμονή στην κατηγορία. Δεν μπορούσε να δείξει πλήρως τις δυνατότητές του. Δεν του δόθηκε, άλλωστε, η ευκαιρία για μία μεγαλύτερη ομάδα. Αντίθετα, στο ΑΠΟΕΛ έκανε απίστευτα πράγματα. Κατάφερε να μας δώσει κάποια στοιχεία που μας έλειπαν ως παίκτες.

Μας έδωσε αυτοπεποίθηση, μας έκανε να γουστάρουμε την προπόνηση και προσωπικά τον θεωρώ τον πιο επιτυχημένο προπονητή στην ιστορία του κυπριακού ποδοσφαίρου. Είναι πραγματικός δάσκαλος. Για εμένα, είναι κάτι παραπάνω από φίλος. Είναι αδερφός και πατέρας μου. Τον έζησα 11 χρόνια. Τα πέντε ως παίκτης και τα έξι ως συνεργάτης σε ΑΠΟΕΛ και Αλ Νασρ. Ζήσαμε τρομερές στιγμές».

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ, Η ΠΡΟΚΡΙΣΗ ΣΤΟ CHAMPIONS LEAGUE ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΓΕΙΑΣ

Η μοίρα, ωστόσο, έπαιξε ένα ένα άσχημο παιχνίδι στον Κόντη, αφού τη σεζόν που η ομάδα προκρίθηκε στους ομίλους του Champions League, με τον ίδιο πρωταγωνιστή στα προκριματικά, προέκυψε ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα υγείας.

«Ήμουν βασικό στέλεχος της ομάδας των προκριματικών και θυμάμαι πως έκανα έξι φανταστικά παιχνίδια. Έγραφε ο Τύπος ο ‘Έφηβος Κόντης’ και γενικότερα στέκονταν στην παρουσία μου. Να σου πω την αλήθεια, εκείνο το καλοκαίρι επρόκειτο να αποχωρήσω από το ΑΠΟΕΛ. Ο προπονητής με ήθελε πάρα πολύ στην ομάδα, αλλά η διοίκηση δεν ήταν ιδιαίτερα θερμή στην παραμονή μου. Έλεγαν πως είμαι μεγάλος και γι’ ακόμα μία φορά τσίγκλησαν τον εγωισμό.

Πάντα ήμουν ένας αθλητής που πρόσεχε την υγεία του, έκανα σωστή αποκατάσταση και πρόσεχα τι έτρωγα. Έτσι ήταν η ζωή μου. Δεν το έκανα επειδή ήμουν 36 ετών. Τα ίδια έκανα και στα 16. Επομένως, δεν υπήρχε ο παράγοντας ‘μεγάλος σε ηλικία’. Τελικά, υπέγραψα τελευταίος και με μείωση. Αυτό με πείραξε και βάλθηκα να αποδείξω σε όλους ότι έκαναν λάθος.

Ωστόσο, η προσπάθεια να αποδείξω πράγματα μου δημιούργησε μεγάλο στρες, το οποίο ‘έσκασε’ μέσα μου και δημιουργήθηκε το πρόβλημα υγείας. Πήγα απευθείας στο νοσοκομείο, οι γιατροί μου είπαν πως είναι όλα καλά, απλά θα πρέπει να σταματήσω το ποδόσφαιρο. Το σημαντικό ήταν πως άμεσα ο Γιοβάνοβιτς με φώναξε και μου πρότεινε να γίνω βοηθός του.

‘Ξεκουράσου 15-20 ημέρες και έλα πίσω γιατί πλέον θα είσαι βοηθός μου’, μου είχε πει χαρακτηριστικά. Άρα, κατευθείαν πήρα μία θετική ένεση ότι θα παραμείνω κοντά στο ποδόσφαιρο. Ξέρεις, είναι δύσκολο για έναν αθλητή να σταματάει δίχως να το θέλει. Είναι δύσκολη η διαχείριση. Εγώ, τότε, σκεφτόμουν πως θα παίξω 1-2 χρόνια και στη συνέχεια θα αποσυρθώ από τη δράση. Όταν θα ένιωθα πως δεν μπορώ πλέον να αποδώσω, θα σταματούσα. Δεν είχα σκοπό ούτε να ξεφτιλίζομαι, ούτε να κάνω τον κομπάρσο σε μία ομάδα και να παίρνω τον μισθό μου. Ήθελα πάντα να είμαι πρωταγωνιστής».

Μονομαχία με τον Σέρχιο Αγκουέρο σε αγώνα ΑΠΟΕΛ – Ατλέτικο για τους ομίλους του Champions League

Το θετικό ήταν πως δεν επηρεάστηκε από τη μετάβαση. Άρχισε να σκέφτεται απευθείας ως προπονητής. Ο ποδοσφαιριστής ‘πέθανε’ μέσα του γιατί μπήκε απευθείας στα βαθιά.

«Ο Ιβάν μου έδωσε χώρο να παρουσιάσω τις ιδέες μου, ειδικά στις προπονήσεις, επειδή με πίστευε πολύ. Μου είχε πει ότι θα γίνω προπονητής 2-3 χρόνια πριν, την στιγμή που εγώ του έλεγα πως δεν υπάρχει περίπτωση. Όμως, έβλεπε κάτι σε εμένα. Στις προπονήσεις και στα αποδυτήρια είχα το ρόλο του μεταφραστή, ενώ στην ανάλυση των αγώνων κρατούσα το κοντρόλ και ήμουν εκείνος που πήγαινε μπρος-πίσω τις φάσεις. Καλώς ή κακώς, από πολύ νωρίς έπρεπε να είμαι προσηλωμένος σε όλα όσα έλεγε ο προπονητής. Γι’ αυτό δεν με πείραξε η μετάβαση. Επειδή είχα μπει ήδη σ’ αυτή τη λογική.

Ως βοηθός είχα ένα πολύ μεγάλο προσόν. Ήμουν πολύ κοντά στους παίκτες. Άκουγα τα παράπονά τους, τις διαφωνίες τους, τις σκέψεις τους και αποτελούσα –ουσιαστικά- τον συνδετικό κρίκο με τον προπονητή. Ξέρεις, πολλές φορές ένας ποδοσφαιριστής όταν είναι νευριασμένος, μπορεί να πει και μία κουβέντα παραπάνω. Ως πρώην ποδοσφαιριστής, είχα τον τρόπο να ‘σβήσω’ τη φωτιά και να ομαλοποιήσω την κατάσταση. Τους καταλάβαινα απόλυτα. Είχαμε μία πολύ καλή σχέση, στα όρια βέβαια του παίκτης – βοηθός προπονητή».

Η ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΜΦΡΑΓΜΑΤΟΣ

Το πρόβλημα υγείας του αποτέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα πρώτο θέμα τόσο στον ελληνικό όσο και στον κυπριακό έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο. Δεν είναι, άλλωστε, συνηθισμένο ένας ποδοσφαιριστής του επιπέδου του να παθαίνει καρδιακή προσβολή σε τέτοια ηλικία. Ωστόσο, ο ίδιος δεν αναφέρθηκε ποτέ εκτενέστατα σε όλα όσα πέρασε εκείνο το διάστημα. Όλα αυτά, μέχρι σήμερα, που αποφάσισε να μοιραστεί μαζί μας τις σκέψεις του.

«Πολύ απλά, έπαθα έμφραγμα. Παρότι δεν κάπνιζα, δεν έπινα, δεν είχα πίεση και έτρωγα υγιεινά. Ουσιαστικά, η εξήγηση που μου δόθηκε τότε από τους γιατρούς ήταν πως λόγω του έντονου στρες προέκυψε το πρόβλημα στην καρδιά. Όλοι στις αρτηρίες μας έχουμε κάποιες αθηρωματικές πλάκες, δηλαδή κάποια σημεία που πιάνουν λίγη ‘μάκα’. Σαν έναν σωλήνα που έχει πιάσει λίγη βρωμιά. Κι όταν στρεσάρεσαι, οι αρτηρίες κάνουν συσπάσεις. Οπότε, σε κάποια σύσπαση, μία από τις αθηρωματικές πλάκες έφυγε από το τοίχωμα, μπήκε στο αίμα και έγινε θρόμβος. Κι ο θρόμβος πήγε και μπλόκαρε την κεντρική αρτηρία.

Εμένα είχε αρχίσει να μου δίνει σημάδια μερικές ημέρες πριν. Συγκεκριμένα, την Κυριακή πριν από την πρεμιέρα του πρωταθλήματος με την ΑΕΚ Λάρνακας, ένιωσα ένα κάψιμο στο στήθος. Το είπα στον γιατρό και μου είπε πως θα το παρακολουθήσουμε. Πήγα κανονικά στο ξενοδοχείο, έφαγα, κοιμήθηκα κανονικά και θεώρησα πως ήταν απλά ένα κρύωμα. Πάμε στο γήπεδο, αρχίζω το ζέσταμα και αισθάνομαι ξανά τον ίδιο πόνο. Το λέω στο ημίχρονο στον γιατρό και μου λέει πως όταν τελειώσει το παιχνίδι θα το δούμε αναλυτικά.

Τελειώνει το παιχνίδι, φέρνουμε ισοπαλία 0-0, έχω παίξει μέτρια, είμαι μέσα στα νεύρα, πάω στο flash interview και μου λένε όλοι πως έχω γίνει κάτασπρος. Πηγαίνω στο νοσοκομείο, κάνω καρδιογράφημα, το οποίο είναι καθαρό και επιστρέφω σπίτι μου. Την ώρα που μιλάω με τον πατέρα μου μέσω Skype, αρχίζω να ιδρώνω, του ζητάω να το κλείσουμε γιατί δεν αισθάνομαι καλά και ξαφνικά νιώθω ένα μούδιασμα και μία αίσθηση σαν να σε πατάει ελέφαντας στο στήθος. Δεν ήξερα τι έχω πάθει. Δεν μου πήγε το μυαλό στο έμφραγμα γιατί σκεφτόμουν πως είμαι αθλητής.

Το τελευταίο παιχνίδι του Χρήστου Κόντη: ΑΠΟΕΛ – ΑΕΚ Λάρνακας 0-0

Φωνάζω τη γυναίκα μου και καλούμε τον γιατρό στο σπίτι. Το θετικό ήταν πως είχα τις αισθήσεις μου. Κι αυτό οφειλόταν στο γεγονός πως είχα μεγάλες αρτηρίες λόγω του αθλητισμού και ο θρόμβος δεν έφραξε ολοκληρωτικά την κεντρική αρτηρία. Πήγα στο νοσοκομείο, μου έκαναν θρομβόλυση, μου έσπασαν τον θρόμβο και την επόμενη ημέρα έκανα το στεφανιαίο stent. Ευτυχώς δεν μου έμεινε κάποιο κουσούρι. Διότι, συνήθως, το έμφραγμα σου αφήνει κάποιο πρόβλημα στην καρδιά. Νεκρώνει ένα κομμάτι της και λειτουργεί στο 60-70%. Όμως, ήμουν τυχερός».

ΙΙ. Το μυαλό του προπονητή

Τότε, η σύζυγός του, Κωνσταντίνα Πόπη είχε μιλήσει στα ΜΜΕ και είχε δηλώσει πως “ο Χρήστος ζει από θαύμα”. Άραγε, πόσο κοντά στην πραγματικότητα είναι η συγκεκριμένη ατάκα;

«Ναι, ισχύει. Ευτυχώς δεν το έπαθα εν ώρα αγώνα. Γιατί έχουμε δει ποδοσφαιριστές να σωριάζονται στο έδαφος και η κατάσταση να ξεφεύγει από τον έλεγχο. Ήμουν τυχερός διότι βρισκόμουν στο σπίτι μου και ο γιατρός μου, ο Κωνσταντίνος Σχίζας ήταν καθ’ οδόν επειδή του είχα ζητήσει να μου φέρει κάποια χάπια, θεωρώντας πως αντιμετωπίζω κάποια παλινδρόμηση στομάχου. Τελικά, ήταν κάτι πολύ πιο σοβαρό, αλλά το αντιμετωπίσαμε σωστά».

«Αν αποφεύγαμε Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και Μπάγερν, θα προκρινόμασταν στα ημιτελικά του Champions League»

Ο γιατρός έδωσε εντολή να μην παρακολουθήσει την πρεμιέρα με τη Ζενίτ για τους ομίλους του Champions League, καθώς η συναισθηματική φόρτιση θα επηρέαζε την κατάσταση της υγείας του.

«Έβλεπα το γήπεδο να είναι γεμάτο, τους φιλάθλους να σηκώνουν τη φανέλα μου και ήθελα τόσο πολύ να είμαι εκεί. Όμως για 20-25 ημέρες έπρεπε να αποφεύγω τη συναισθηματική φόρτιση. Να σου πω την αλήθεια, καλύτερα να είχα πάει γιατί κι από την τηλεόραση ένιωσα το ίδιο πράγμα. Ήταν συγκλονιστικές στιγμές. Πήρα απίστευτη αγάπη από τον κόσμο του ΑΠΟΕΛ».

Το ΑΠΟΕΛ έκανε μία εντυπωσιακή πορεία, την οποία ο Κόντης έζησε ως άμεσος συνεργάτης του Γιοβάνοβιτς. Πρόκριση στη φάση των 16, αποκλεισμός της Λιόν στη διαδικασία των πέναλτι με τον κουμπάρο και φίλο του, Διονύση Χιώτη να είναι ο ήρωας της βραδιάς και δύο σπουδαίοι αγώνες με τη Ρεάλ στα προημιτελικά, όπου ήρθε και ο αποκλέισμός με δύο ήττες (5-2, 0-3).

«Στην κλήρωση των προημιτελικών θεωρούσαμε πως αν δεν κληρωνόμασταν με μία εκ των Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και Μπάγερν, θα προκρινόμασταν στα ημιτελικά. Ήμασταν βέβαιοι. Είχαμε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Δεν βλέπαμε κανέναν. Πάντα, βέβαια, με σεβασμό στον αντίπαλο».

Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΣΤΑ ΗΑΕ, ΤO EUROPA LEAGUE ΤΗΣ ΑΡΑΒΙΑΣ & ΤΑ “ΣΤΑΦΥΛΙΑ” ΣΤΟ ΙΡΑΝ

Μετά από έξι χρόνια στον ΑΠΟΕΛ, ο Κόντης αποφάσισε να ακολουθήσει τον μέντορά του, Ιβάν Γιοβάνοβιτς στην Αλ Νασρ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

«Στα ΗΑΕ δεν ήταν εύκολα. Εμείς ήμασταν τυχεροί γιατί η ομάδα μας ήταν στο Ντουμπάι. Επομένως, ζούσαμε σε μία εξαιρετική πόλη, φουλ οργανωμένη που θύμιζε περισσότερο Ευρώπη παρά Αραβία. Όταν υπάρχουν 2.500.000 Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι, που τους βλέπεις παντού, δεν αισθάνεσαι πως ζει σε μία μουσουλμανική πόλη. Σίγουρα, το πρώτο διάστημα, λόγω διαφορετικής κουλτούρας, είναι λίγο δύσκολη η προσαρμογή. Όταν πήγαμε στη χώρα, υπήρχε το Ραμαζάνι, με αποτέλεσμα να κάνουμε προπόνηση 10 με 12 το βράδυ.

Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα παίχτες να τρέχουν μπροστά μου και να έχουν ιδρώσει τόσο πολύ, λες και βγήκαν μόλις από την πισίνα. Έσταζαν ολόκληροι και είμαι βέβαιος πως έχαναν 4-5 κιλά υγρά σε κάθε προπόνηση. Ήταν πολύ δύσκολες οι συνθήκες. Πρέπει να μπεις στη λογική τους, διότι αν πας με ευρωπαϊκή φιλοσοφία, είναι σίγουρο πως θα αποτύχεις ως προπονητής. Ο δικός μας στόχος ήταν να τους κάνουμε πιο επαγγελματίες, διότι τόσο εγώ όσο κι ο Ιβάν είχαμε τρέλα με τη δουλειά. Κι η δουλειά έφερε αποτέλεσμα. Πήραμε τον πρώτο τίτλο μετά από 25 χρόνια, ενώ κατακτήσαμε και το Arabian Gulf Cup, το οποίο είναι σαν το Europa League.

Την επόμενη σεζόν πήραμε δύο Κύπελλα. Το ένα ήταν το President Cup, το οποίο είναι όπως το FA Cup στην Αγγλία και θεωρείται πολύ σημαντικό για τη χώρα. Η κατάκτηση του συγκεκριμένου τροπαίου εκτόξευσε τις μετοχές μας. Λόγω του President Cup, πήραμε το εισιτήριο για το ασιατικό Champions League. Θυμάμαι, παίξαμε στο Ιράν με την Tractor Sazi, ενώ είχαμε νικήσει 4-1 στο πρώτο ματς και είχε 85.000 κόσμο στο γήπεδο. Κρέμονταν σαν τα σταφύλια».

«Δύσκολη η χρονιά στον Ολυμπιακό, ο Γκαρθία δεν ήταν έτοιμος»

Όταν τελείωσε η περιπέτεια στα Εμιράτα, αποφάσισαν με τον Γιοβάνοβιτς να τραβήξουν ξεχωριστούς δρόμους, καθώς ο Σέρβος τεχνικός δεν ήθελε να προπονήσει κάποια ομάδα. Ήταν 29 Οκτωβρίου του 2016. Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, θα επιστρέψει στη ζωή του ξανά ο Ολυμπιακός. Αυτή τη φορά όχι ως ποδοσφαιριστής, αλλά ως μέλος του τεχνικού επιτελείου.

«Οι άνθρωποι του Ολυμπιακού μού πρότειναν να επιστρέψω, ως βοηθός του Τάκη Λεμονή, επειδή ήθελαν έναν άνθρωπο που να έχει παίξει και να γνωρίζει την ιδιοσυγκρασία της ομάδας. Εκείνη η χρονιά ήταν δύσκολη από πολλές πλευρές. Υπήρχε μία ανασφάλεια απ’ όλους. Μπήκε ως στόχος η είσοδος στους ομίλους του Champions League, ο οποίος και επιτεύχθηκε, αλλά ο Μπέσνικ Χάσι δεν κατάφερε ποτέ να μπει στη φιλοσοφία της ομάδας. Προσωπικά, δεν τον γνώρισα, αλλά ήταν εμφανές πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Το ένιωσα μετά, σε συζητήσεις που είχα με τους παίκτες.

Στη συνέχεια ήρθε ο Τάκης (σ.σ. Λεμονής), ο οποίος έκανε μία πολύ καλή δουλειά μέχρι τον Δεκέμβριο, έχοντας την ομάδα στην πρώτη θέση. Μην με ρωτάς τι άλλαξε μετά και αποχώρησε, είναι αποφάσεις που τις παίρνουν οι διοικούντες το σύλλογο.

 

Όσον αφορά στον Όσκαρ Γκαρθία, εμένα μου φάνηκε πως δεν ήταν έτοιμος για μία τέτοια πρόκληση στην καριέρα του. Είμαι σίγουρος πως ο κ. Μαρινάκης ήθελε το 8ο σερί πρωτάθλημα και όπως είναι λογικό υπήρχε πίεση από παντού. Κι όταν υπάρχει πίεση, όλοι κάνουν λάθη. Ωστόσο, ίσως τελικά βγήκε σε καλό, καθώς ο Ολυμπιακός έκανε ένα restart. Πιστεύω πως όλοι πήραν το μάθημά τους, έγιναν βήματα μπροστά την περσινή σεζόν και πλέον φαίνεται πως μπήκαν οι βάσεις προκειμένου να επιστρέψει πιο δυνατός.

Σε προσωπικά επίπεδο, ευχαριστώ τον Ολυμπιακό διότι μου έδωσε την ευκαιρία να σταθώ σε έναν τόσο μεγάλο σύλλογο ως πρώτος προπονητής. Η αλήθεια είναι πως στον ενάμιση μήνα που κάθισα στον πάγκο του Ολυμπιακού κατάλαβα πως είμαι πλέον έτοιμος να αναλάβω μία ομάδα. Να σταθώ απέναντι στους παίκτες και να κερδίσω τον σεβασμό τους. Μέχρι εκείνη την στιγμή ήμουν βοηθός προπονητή κι όπως σου προείπα, ο παίκτης τον βοηθό τον βλέπει πολύ κοντά του.

Όταν ανέλαβα, οι παίκτες κράτησαν την απόσταση προπονητή – παίκτη, κάναμε εξαιρετικές προπονήσεις μαζί με τον Χρήστο Μουρίκη (γυμναστής), τον Αριέλ Ιμπαγάσα (βοηθός) και τον Παναγιώτη Αγριογιάννη (προπονητής τερματοφυλάκων). Πλέον, είχα όλες τις παραστάσεις που χρειαζόμουν για να αναλάβω μία ομάδα. Ακόμα και τα αρνητικά αποτελέσματα που ήρθαν στις τελευταίες αγωνιστικές, ήταν περισσότερο συνέπεια μίας γενικότερης κατάστασης στο σύλλογο και μίας γενικευμένης απογοήτευσης».

«Ο ΠΑΟΚ τιμωρήθηκε για την πράξη κι όχι για το αν πόνεσε πολύ ή λίγο ο Γκαρθία»

Ο Χρήστος Κόντης ήταν αυτόπτης μάρτυρας στο πολυσυζητημένο ντέρμπι μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Ολυμπιακού στην Τούμπα, το οποίο δεν άρχισε ποτέ λόγω του ρολού που χτύπησε στο πρόσωπο τον Όσκαρ Γκαρθία. Μία απόφαση που στοίχισε σε μεγάλο βαθμό στον Δικέφαλο, αφού έχασε σημαντικό έδαφος στη μάχη για τον τίτλο της σεζόν 2017/18. Επομένως, η άποψή του έχει ξεχωριστή σημασία.

«Για εμένα, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η πράξη τιμωρείται. Δεν τιμωρείται αν πόνεσε πολύ ή λίγο ο Γκαρθία και ο κάθε Γκαρθία. Εγώ ήμουν μπροστά στο σκηνικό. Αν δεχθείς ένα τέτοιο ρολό στο μάτι, μπορεί να σου το βγάλει. Επομένως, δεν μπορούμε να μπαίνουμε σε μία τέτοια συζήτηση. Ο ΠΑΟΚ τιμωρήθηκε για την πράξη. Κι έτσι πρέπει να γίνεται για τον κάθε ΠΑΟΚ. Οι άνθρωποι του ΠΑΟΚ μπορεί να μην έφταιγαν, αλλά έπρεπε να είχαν ελέγξει τους φιλάθλους/οπαδούς της ομάδας.

Εγώ είμαι της άποψης πως τα πρωταθλήματα δεν πρέπει να κρίνονται μ’ αυτό τον τρόπο, αλλά όταν έχεις οπαδούς μ’ αυτό το σκεπτικό, κάποιος πρέπει να τιμωρηθεί. Και στο τέλος της ημέρας, αφού δεν μπορείς να τιμωρήσεις τον οπαδό, θα τιμωρηθεί η ομάδα. Προφανώς και δεν είναι καλό, αλλά θα πρέπει να βρεθεί μία λύση στο φαινόμενο. Όταν δεν τιμωρείται η πράξη, υπάρχει πρόβλημα. Δεν γίνεται στο εξωτερικό να έχουν βρει τη λύση κι εμείς να ψαχνόμαστε ακόμα.

O Όσκαρ Γκαρθία λίγο αφότου έχει δεχθεί το ρολό στο πρόσωπο

Θα σου δώσω ένα παράδειγμα. Έζησα στα Εμιράτα τέσσερα χρόνια. Προσωπικά, δεν πίνω, αλλά είχα φίλους που έπιναν. Ωστόσο, όταν ήθελαν να βγουν και να πιουν ένα ποτό, πάντα έπαιρναν εμένα μαζί τους για να οδηγήσω. Μου έλεγαν: ‘Εμείς δεν πρόκειται να οδηγήσουμε γιατί αν μας πιάσουν να έχουμε πιει έστω κι ένα ποτήρι κρασί, θα έχουμε πολύ σοβαρές συνέπειες’.  Φοβούνται τις συνέπειες. Στην Ελλάδα, δεν φοβόμαστε γιατί υπάρχει ατιμωρησία. Αυτή είναι η διαφορά μας.

Αν δεν βάλουμε σκληρούς κανόνες και δεν πληρώσουμε ακριβά την πράξη μας, τότε δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Είναι ξεκάθαρα κοινωνικοπολιτικό το ζήτημα. Το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός είναι μέρος του προβλήματος. Όχι το ίδιο το πρόβλημα».

«Δεν είχα πρόταση από την Ελλάδα, η Hatta με ήθελε από πέρυσι αλλά δεν ήμουν θετικός»

Ύστερα από μία σεζόν στον Ολυμπιακό, αποχώρησε και βρισκόταν σε αναζήτηση του επόμενου σταθμού της καριέρας του. Την περσινή σεζόν δεν ήρθε η πρόταση που περίμενε ούτε από την Ελλάδα, αλλά ούτε από το εξωτερικό. Τελικά, η υπομονή του απέδωσε καρπούς, καθώς φέτος ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Hatta που αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία του πρωταθλήματος των ΗΑΕ.

«Η αλήθεια είναι πως δεν είχα κάποια πρόταση από την Ελλάδα. Ήθελα να βρω μία ομάδα στη Super League, αλλά δεν κατέστη δυνατό. Προσπάθησα μέσω φίλων, γνωστών, μάνατζερ να πάρω την ευκαιρία, αλλά δεν υπήρξε κάποιο ουσιαστικό ενδιαφέρον.

Εμένα, προτεραιότητά μου, ήταν να βρω μία ομάδα στην Κύπρο επειδή γνωρίζω καλά το πρωτάθλημα, στην Ελλάδα ή τα ΗΑΕ διότι πέρασα αρκετό διάστημα εκεί και ξέρω τους παίκτες και τη λίγκα απ’ έξω και ανακατωτά. Ωστόσο, δεν ήταν εύκολο να πάει ένας νέος Έλληνας προπονητής στα Εμιράτα.

Στην Κύπρο με προσέγγισαν πέντε ομάδες, δύο από τις παραδοσιακά μεγάλες και τρεις μικρομεσαίες. Οι δύο με απέρριψαν και τις τρεις της απέρριψα εγώ. Κάτι απολύτως θεμιτό όταν μιλάμε για προπονητική. Ο καθένας σε απορρίπτει ή σε προσλαμβάνει για διαφορετικούς λόγους.

Είχα πρόταση και πέρυσι από την Hatta, αλλά επειδή θα αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία, δεν ήμουν ιδιαίτερα θετικός. Μπορεί να ήταν και λάθος μου. Θα μπορούσα να είχα δουλέψει στην Hatta από την περσινή σεζόν. Είχα, επίσης, μία πρόταση να δουλέψω ως βοηθός στην Sharjah που πήρε και το πρωτάθλημα στα ΗΑΕ, αλλά χάλασε την τελευταία στιγμή, παρά το γεγονός πως με ήθελε ο ντόπιος προπονητής.

Στα μέσα Μαΐου, προέκυψε η πρόταση της Hatta, οι ιθύνοντες της οποίας με βρήκαν από μόνοι τους. Είχαν ξεχωρίσει 7-8 προπονητές και τελικά επέλεξαν εμένα. Η ομάδα δεν διαθέτει τεράστιο μπάτζετ, αλλά έχει ως στόχο να παραμείνει στην πρώτη κατηγορία του πρωταθλήματος. Ουσιαστικά, θα πρέπει να βάλουμε δύο ομάδες από κάτω μας. Προφανώς, ο δικός μου στόχος δεν είναι αυτός. Θέλω να παρουσιάσω έργο. Βέβαια, το αρνητικό με τα ΗΑΕ είναι πως δεν σου χαρίζονται. Δεν έχουν υπομονή. Αν η ομάδα δεν πάει καλά, εύκολα αλλάζουν προπονητές. Είναι χειρότερα κι από την Ελλάδα.

Γνωρίζω πως δεν θα είναι εύκολα τα πράγματα, αλλά πάντα μου άρεσε η πίεση. Τόσο ως παίκτης όσο κι ως προπονητής. Είμαι εδώ για να παλέψω, παρά το γεγονός πως δεν υπάρχουν πολλά χρήματα για μεταγραφές. Οι τέσσερις ξένοι παίκτες θα πρέπει να είναι πραγματικά καλοί και να κάνουν τη διαφορά. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει καλό τμήμα σκάουτινγκ. Θυμάμαι, όταν πήγαμε με τον Ιβάν στην Αλ Νασρ, είχα δει 67 παιχνίδια. Ήξερα το γενεαλογικό δέντρο κάθε ποδοσφαιριστή. Όχι μόνο της ομάδας μας, αλλά και των υπολοίπων. Εγώ έτσι δουλεύω. Θεωρώ πως η προετοιμασία είναι το πιο σημαντικό στοιχείο στο ποδόσφαιρο».

Ο ΘΑΥΜΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΚΟΥΑΡΔΙΟΛΑ ΚΑΙ Ο “ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ” ΚΛΟΠ

Τέλος, δεν γινόταν, από την στιγμή που επέλεξε να γίνει προπονητής, να μην τον ρωτήσουμε για τα πρότυπά του.

«Σίγουρα έχω πάρει πάρα πολλά στοιχεία από τον Γιοβάνοβιτς, από την στιγμή που είχαμε μία κοινή πορεία έντεκα ετών. Επίσης κι από τον Φερνάντο Σάντος, ο οποίος είναι ένας προπονητής που δεν θέλει να τρώει γκολ η ομάδα του. Άρα, έχω διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την προπονητική μου φιλοσοφία πάνω σ’ αυτούς τους δύο ανθρώπους.

Από το εξωτερικό, θαυμάζω τον Πεπ Γκουαρδιόλα. Θεωρώ πως έχει μία φιλοσοφία που δεν την αλλάζει και το στυλ παιχνιδιού μεταβάλλεται, στηριζόμενο σε αυτή τη νοοτροπία. Κι εκείνος έχει γαλουχηθεί στις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα και αποτελεί ‘παιδί’ του Γιόχαν Κρόιφ, ο οποίος άλλαξε τα ποδόσφαιρο σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία 30 χρόνια.

Προπονητικά, μ’ αρέσει επίσης κι ο Γιούργκεν Κλοπ. Ξέρεις γιατί; Διότι εμπνέει τους παίκτες του σαν τρελός. Θυμάμαι, κάποια στιγμή, μου είχε πει ο Γιοβάνοβιτς ότι ο Κλοπ είναι φανταστικός άνθρωπος. Τον είχε γνωρίσει τη σεζόν που το ΑΠΟΕΛ έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του Champions League σε ένα γκαλά της UEFΑ. Έκανε πλάκα με όλους τους προπονητές και έβαζε στοιχήματα με τους παίκτες του για το πόσα χιλιόμετρα θα τρέξουν σε κάθε παιχνίδι. Είχε τον τρόπο να τους εμπνέει, να τους ιντριγκάρει και να τους έχει σε εγρήγορση. Είναι ιδιαίτερα εξωστρεφής.

Είμαι κι εγώ τέτοιου τύπου προπονητής, παρότι δεν έχω διοχετεύσει ακόμα την ενέργειά μου. Ο στόχος ενός προπονητή πρέπει να είναι να βελτιώνει τους παίκτες του τόσο σε τακτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Μπορεί να φαίνομαι ήσυχος και ήρεμος, αλλά δεν είμαι…».


btm